Η αύξηση του σωματικού βάρους της γυναίκας κατά τη διάρκεια της κύησης είναι κάτι πρακτικά αναπόφευκτο για την έγκυο. Η αύξηση του βάρους λοιπόν, όσο ανεπιθύμητη και αν είναι για τη γυναίκα που ανησυχεί για τη σιλουέτα της, ταυτόχρονα είναι απαραίτητο στοιχείο για την καλή πορεία της κύησης. Έτσι λοιπόν, αν και η πρόσληψη βάρους κατά τη διάρκεια της κύησης είναι ένα φυσιολογικό γεγονός, υπάρχουν αρκετές ερωτήσεις σχετικά με το πόσα κιλά επιτρέπεται ή πρέπει να πάρει μία γυναίκα στην εγκυμοσύνη της.
Η Αμερικανική ένωση ιατρικής (Institute of Medicine – IOM) τονίζει ότι η πρόσληψη βάρους κατά τη διάρκεια της κύησης είναι απαραίτητη για την σωστή ανάπτυξη του εμβρύου. Μερικές γυναίκες πιστεύουν ότι πρέπει η αύξηση του σωματικού τους βάρους να είναι ελάχιστη και να αντιστοιχεί μόνο στο βάρος του εμβρύου τους. Αγνοούν βέβαια, ότι κατά τη διάρκεια της κύησης απαιτούνται επιπλέον θερμίδες πέρα από αυτές που είναι απαραίτητες για το έμβρυο και για πολλές άλλες φυσιολογικές λειτουργίες.
Ενώ ένα έμβρυο λίγο πριν γεννηθεί μπορεί να ζυγίζει περίπου τρία κιλά, για την αύξηση του βάρους ευθύνονται ακόμα, ο πλακούντας, το αμνιακό υγρό, η αύξηση του μεγέθους της μήτρας, η αύξηση της κυκλοφορούμενης ποσότητα αίματος στην έγκυο, η αύξηση του μεγέθους των μαστών που προετοιμάζονται για τον θηλασμό, όπως επίσης και η κατακράτηση υγρών, θρεπτικών ουσιών και μητρικού λιπώδους ιστού, στοιχεία που είναι απαραίτητα για την επαρκή ανάπτυξη του εμβρύου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και για τη διατροφή του με το μητρικό γάλα ως νεογνό μετά τη γέννηση του.
Οι περισσότεροι διεθνείς οργανισμοί υγείας συστήνουν ότι η ιδανική πρόσληψη βάρους στην κύηση πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 11-16 κιλών. Φυσικά αυτό διαφέρει από κύηση σε κύηση και εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από το βάρος της γυναίκας πριν τη σύλληψη. Φυσικά γυναίκες υπέρβαρες ή λιποβαρείς θα πρέπει να προσέχουν λίγο περισσότερο όσον αφορά στο σωματικό τους βάρος κατά τη διάρκεια της κύησης και να συμβουλεύονται τον θεράποντα ιατρό τους. Γυναίκες λιποβαρείς με χαμηλό δείκτη μάζας σώματος (ΒΜΙ) θα πρέπει να αποσκοπούν σε πρόσληψη βάρους 12-18 kgr, ενώ για γυναίκες με αυξημένο ΒΜΙ η αντίστοιχη πρόσληψη βάρους θα πρέπει να κυμαίνεται στα 8-11 kgr.
Σημαντικό είναι επίσης μεταξύ δύο κυήσεων η γυναίκα να χάσει τα κιλά που είχε πάρει στην πρώτη κύηση πριν επιχειρήσει μία νέα εγκυμοσύνη. Η μη απώλεια των κιλών από μία προηγούμενη εγκυμοσύνη, όπως και η υπερβολική αύξηση σωματικού βάρους κατά τη διάρκεια της κύησης ενοχοποιούνται σε σημαντικό βαθμό για την αύξηση της πιθανότητας εμφάνισης επιπλοκών όπως σακχαρώδης διαβήτης της κύησης, μακροσωμία εμβρύου και υπέρταση της κύησης, ενώ αυξάνεται και η πιθανότητα καισαρικής τομής.
Είναι πολύ σημαντικό λοιπόν να κατανοήσει κάθε έγκυος ότι κάποια αύξηση του σωματικού της βάρους κατά τη διάρκεια της κύησης είναι απαραίτητη προκειμένου για την καλή ανάπτυξη του εμβρύου και την ομαλή εξέλιξη της κύησης, έτσι ώστε να αποφεύγονται εξαντλητικές δίαιτες που μπορεί να έχουν αρνητικές συνέπειες για την εγκυμοσύνη. Αντίστοιχα, θα πρέπει να αποφεύγεται και η μεγάλη πρόσληψη βάρους, ενώ πριν από μία νέα εγκυμοσύνη κάθε γυναίκα θα πρέπει να προσπαθεί να επιστρέφει στο σωματικό βάρος που είχε πριν την τελευταία της κύηση. Είναι πολύ σημαντικό λοιπόν κάθε έγκυος να είναι σε συνεχή παρακολούθηση και επικοινωνία με τον γυναικολόγο της τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, όσο και μετά τον τοκετό μέχρι την επόμενη εγκυμοσύνη, μία περίοδο που πολλές γυναίκες αμελούν να επικοινωνήσουν τον γυναικολόγο τους.